Λίγο καιρό πριν παρουσιάσει στη Νέα Υόρκη την τελευταία του φωτογραφική σειρά, την έκθεση φωτογραφίας «Portraits of my Mother», ο ελληνικής καταγωγής διάσημος φωτογράφος μόδας μιλάει στο fresh paper για όσα τον γοητεύουν και τον εμπνέουν διαχρονικά από τη χώρα μας.
Ο ελληνικής καταγωγής φωτογράφος Terry Tsiolis γεννήθηκε στο Μόντρεαλ του Καναδά. Ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη και είναι ιδιαίτερα γνωστός για τη συνεργασία του με τα περιοδικά μόδας Vogue, Harper’s Bazaar και Vanity Fair. Έχει απαθανατίσει σημαντικούς μουσικούς και ηθοποιούς, όπως τη Ριάνα, τη Μάργκοτ Ρόμπι και την Τζέιν Φόντα.
To 2021 παρουσίασε στην Αθήνα την έκθεση «Portraits» στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138), την πρώτη παρουσίαση δουλειάς του σε μουσειακό χώρο που περιελάμβανε έργα που δημιούργησε από το 2013 έως τότε. Η συγκεκριμένη σειρά είναι κομβική για την καλλιτεχνική του διαδρομή καθώς σηματοδοτεί τη μετάβαση του Tsiolis από τις δαπανηρές και σύνθετες φωτογραφίσεις μόδας προς μια πιο οικεία προσέγγιση του δίπολου φωτογράφος-μοντέλο, εστιάζοντας στην αποτύπωση καθημερινών ανθρώπων από όλο τον κόσμο ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο, τον σωματότυπο, τη θρησκεία ή την καταγωγή.
Αυτή την περίοδο ετοιμάζει πυρετωδώς τη νέα του φωτογραφική δουλειά που είναι αφιερωμένη στη μητέρα του. Πρόκειται για πορτρέτα της μητέρας του, που θα παρουσιαστούν τον Σεπτέμβριο στο Salmagundi Arts Club στη Νέα Υόρκη.
Όταν τον ρωτάνε πώς τον εμπνέει η Ελλάδα, παραδέχεται ότι «Υπάρχει μια ευκολία στον ελληνικό τρόπο ζωής που είναι διαφορετική από τη Νέα Υόρκη και η οποία μου αρέσει». Τι είναι όμως αυτό που του λείπει περισσότερο από την Ελλάδα; «Οι φίλοι μου, η ενέργειά της, η θάλασσα και το φαγητό», θα απαντήσει αυθόρμητα, δίχως πολλή σκέψη. Στα αγαπημένα του μέρη ανήκει η Πελοπόννησος, την οποία φροντίζει να επισκέπτεται κάθε φορά που βρίσκεται στην Ελλάδα και φυσικά τα διάσημα σε όλο τον κόσμο ελληνικά νησιά. «Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν και άλλα πολύ όμορφα μέρη στην Ελλάδα, τα οποία ακόμα δεν έχω ανακαλύψει ή επισκεφτεί», συμπληρώνει.
Η αλήθεια είναι ότι του έχει περάσει από το μυαλό να ζήσει μόνιμα στην Ελλάδα, αλλά δεν έχει αποφασίσει ακόμα το μέρος. Αγαπάει την πυρετώδη ενέργεια της Αθήνας και τη νυχτερινή της ζωή αλλά δεν του αρέσει να επισκέπτεται την Ελλάδα τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο.
Με μια απόκοσμη και αιθέρια εικόνα, η Ροζάνα Γεωργίου ή αλλιώς Ros Georgiou είναι ένα μοντέλο παγκοσμίου φήμης, το οποίο σαρώνει τις πασαρέλες σε όλο τον κόσμο, ενώ πλέον διαπρέπει επαγγελματικά και ως σκηνοθέτης και φωτογράφος. Ψιλόλιγνη και με ανδρόγυνο ύφος, έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται συνεχώς, γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι έχει σαγηνεύσει από την πρώτη στιγμή τη βιομηχανία της μόδας.
Έκανε το ντεμπούτο της σε ηλικία 17 ετών στην Εβδομάδα Μόδας στο Παρίσι, πρωταγωνιστώντας στα shows των Celine, Dries Van Noten, Anna Sui και Sonia Rykiel, ενώ μέχρι σήμερα έχει συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους οίκους μόδας, όπως Prada, Louis Vuitton, Jil Sander, Marc Jacobs, Dior, Givenchy, Calvin Klein, Hermes, Alexander McQueen, Atelier Versace και Armani Prive. Ίνδαλμά της είναι η Kate Moss και ελπίζει η καριέρα της να είναι εξίσου πετυχημένη με εκείνης. Εκτός από το μόντελινγκ ασχολείται πλέον και με τη φωτογραφία και τη σκηνοθεσία.
Με καταγωγή από την Ελλάδα και την Ολλανδία, η Ros Georgiou παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει καταφέρει σπουδαία πράγματα στο χώρο της μόδας και είναι αρκετά περιζήτητη, αφού η παρουσία της στη βιομηχανία της μόδας την κατατάσσει σε ένα από τα πιο καταξιωμένα μοντέλα παγκοσμίως. Μάλιστα, όταν ήταν μόλις 21, έγινε η μοναδική Ελληνίδα που κατάφερε να μπει στη λίστα με τα πιο περιζήτητα μοντέλα παγκοσμίως. Να σημειώσουμε ότι στο τεύχος της αμερικανικής Vogue για τον μήνα Απρίλιο το 2020 -που ανέδειξε την ομορφιά σε όλες τις εκδοχές από όλα τα μέρη του κόσμου, μέσα από τα πρόσωπα των πιο σύγχρονων επιτυχημένων μοντέλων- είχε φωτογραφηθεί για το πολυπρόσωπο εξώφυλλο του περιοδικού και τις εσωτερικές σελίδες του τεύχους.
Το τελευταίο διάστημα έχει επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα και εργάζεται έχοντας ως βάση τη χώρα μας. «Ήταν πολύ πιο εύκολη η επιστροφή στην Ελλάδα απ’ ότι περίμενα. Απλούστατα γιατί συνέχισα να ταξιδεύω όπως έκανα και στην Αμερική, με τη μόνη διαφορά ότι απέκτησα καλύτερη ποιότητα ζωής και επέστρεψα στην οικογένειά μου», εξομολογείται ενώ παραδέχεται ότι τα πράγματα που τις έλειπαν περισσότερο από την Ελλάδα ήταν ο ήλιος και πάνω απ’ όλα το φαγητό! «Ειδικά η χωριάτικη σαλάτα, στην οποία τολμώ να πω ότι είμαι master chef! Εκτός Ελλάδας, ακόμη και τα καλύτερα υλικά να έπαιρνα για χωριάτικη σαλάτα, πάντα κάτι έλειπε και ποτέ η γεύση δεν θύμιζε Ελλάδα», αναφέρει καταλήγοντας ότι τα πράγματα που της έλειπαν περισσότερο από τη χώρα μας όσο ζούσε στο εξωτερικό ήταν κυρίως η ευκολία και η ποιότητα του φαγητού.
Δηλώνει παιδί του κέντρου, οπότε δεν θεωρεί ότι θα πάψει ποτέ να την γοητεύει να κάνει βόλτες και να κυκλοφορεί σε περιοχές όπως Εξάρχεια, Μοναστηράκι και Ψυρρή. Η Νάξος είναι επίσης ένα νησί στο οποίο θα επιστρέφει πάντα καθώς εκεί έχει περάσει ένα μεγάλο μέρος των παιδικών της διακοπών. «Κρατάω όμορφες αναμνήσεις από αυτό το μέρος, το οποίο θα έχει για πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου».
Στα χαρακτηριστικά που αγαπάει στους Έλληνες ανήκουν η χαλαρότητα που μας διακρίνει ως λαός και το πόσο ανοιχτοί και φιλόξενοι είμαστε.
«Λατρεύω αυτό το “loud” στοιχείο που έχουμε στην κουλτούρα μας και το πόσο προσπαθούμε να διατηρήσουμε την ποιότητα στο βιωτικό μας επίπεδο. Από την άλλη, δε συμπαθώ το work ethic που έχουμε γενικότερα ως φιλοσοφία, καθώς σε σύγκριση με το αμερικάνικο mentality, μου φαίνεται ότι σε κάποιες περιπτώσεις βάζουμε ως προτεραιότητα περισσότερο την καλοπέραση παρά την καριέρα».